-
1 ανεκομβούτο
-
2 ἀνεκομβοῦτο
См. также в других словарях:
ἀνεκομβοῦτο — ἀνά κομβόομαι imperf ind mp 3rd sg ἀνά κομβόω bind up imperf ind mp 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
1 ανεκομβούτο
2 ἀνεκομβοῦτο
ἀνεκομβοῦτο — ἀνά κομβόομαι imperf ind mp 3rd sg ἀνά κομβόω bind up imperf ind mp 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)