-
1 εβούλεθ'
-
2 ἐβούλεθ'
См. также в других словарях:
ἐβούλεθ' — ἐβούλετο , βούλομαι will imperf ind mp 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
1 εβούλεθ'
2 ἐβούλεθ'
ἐβούλεθ' — ἐβούλετο , βούλομαι will imperf ind mp 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)