Перевод: со всех языков на английский

с английского на все языки

Ἀσκληπιούς

См. также в других словарях:

  • Ἀσκληπιούς — Ἀσκληπιός Asclepios masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ανάργυροι, άγιοι — Όνομα γιατρών, αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Κοσμάς και Δαμιανός (τέλη 3ου αι.). Κατάγονταν από τις Αιγές της Λυκίας και ονομάστηκαν Α. επειδή προσέφεραν τις ιατρικές υπηρεσίες τους αφιλοκερδώς. Όταν ο εθνικός έπαρχος Λυσίας τους ζήτησε …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»