-
1 Ἀσιᾱ-γενής
Ἀσιᾱ-γενής, aus Asien stammend, Dio Chrys.
-
2 Ἀσιαγενής
Ἀσια-γενής, ές,A of Asiatic descent, D.S.17.77; = Asiaticus, cognomen of Scipio, Id.35.33: [dialect] Ion. [full] Ἀσιηγενής, Opp.C.1.235.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > Ἀσιαγενής
-
3 Ἀσιᾱγενής
-
4 Ασιαγενης
См. также в других словарях:
διογενής — I Όνομα αρχαίων φιλοσόφων. 1. Δ. ο Απολλωνιάτης (5ος αι. π.Χ.). Καταγόταν από την κρητική πόλη Απολλωνία, αλλά έζησε για πολλά χρόνια στην Αθήνα. Υπήρξε οπαδός της αρχαίας ιωνικής σχολής· η απήχηση ορισμένων θεωριών του είναι εμφανής στα έργα του … Dictionary of Greek