-
1 Αρισταίους
-
2 Ἀρισταίους
См. также в других словарях:
Ἀρισταίους — Ἀρισταῖος masc acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
1 Αρισταίους
2 Ἀρισταίους
Ἀρισταίους — Ἀρισταῖος masc acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)