Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

Ἀπίᾳ

См. также в других словарях:

  • Ἀπία — Ἀπίᾱ , Ἀπίη fem nom/voc/acc dual Ἀπίᾱ , Ἀπίη fem nom/voc sg (attic doric aeolic) Ἀπίᾱ , ἄπιος 2 far away fem nom/voc/acc dual Ἀπίᾱ , ἄπιος 2 far away fem nom/voc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀπία — ἀπίᾱ , ἄπιος 2 far away fem nom/voc/acc dual ἀπίᾱ , ἄπιος 2 far away fem nom/voc sg (attic doric aeolic) ἀ̱πίᾱ , ἄπιος 2 far away fem nom/voc/acc dual ἀ̱πίᾱ , ἄπιος 2 far away fem nom/voc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀπίᾳ — Ἀπίᾱͅ , Ἀπίη fem dat sg (attic doric aeolic) Ἀπίᾱͅ , ἄπιος 2 far away fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀπίᾳ — ἀπίᾱͅ , ἄπιος 2 far away fem dat sg (attic doric aeolic) ἀ̱πίᾱͅ , ἄπιος 2 far away fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Απία — Αρχαία ονομασία της Πελοποννήσου, που οφείλεται στον μυθικό βασιλιά του Άργους Άπι. Κατά τον Στράβωνα, Α. λεγόταν μόνο η περιοχή του Άργους. H Α. αναφερόταν επίσης και Απίη ή Απίς. * * * Ἀπία (ενν. γη), η (Α) βλ. άπιος …   Dictionary of Greek

  • απία — Αρχαία ονομασία της Πελοποννήσου, που οφείλεται στον μυθικό βασιλιά του Άργους Άπι. Κατά τον Στράβωνα, Α. λεγόταν μόνο η περιοχή του Άργους. H Α. αναφερόταν επίσης και Απίη ή Απίς. * * * η απιδιά, αχλαδιά. [ΕΤΥΜΟΛ. < αρχ. ουσ. άπιος με… …   Dictionary of Greek

  • Ἄπια — ἄπιος 2 far away neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἄπια — ἄπιον pear neut nom/voc/acc pl ἄπιος 2 far away neut nom/voc/acc pl ἄ̱πια , ἄπιος 2 far away neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Άπια, Αντόλφ — (Adolphe Appia, Γενεύη 1862 – Νιόν 1928). Ελβετός θεωρητικός του θεάτρου και σκηνογράφος. Οι ιδέες του και το σκηνογραφικό του έργο για το λυρικό θέατρο, ιδιαίτερα για τις όπερες του Βάγκνερ, αποτελούν, μαζί με τη δουλειά του Γκόρντον Κρέιγκ, τα… …   Dictionary of Greek

  • Ἀπίας — Ἀπίᾱς , Ἀπίη fem acc pl Ἀπίᾱς , Ἀπίη fem gen sg (attic doric aeolic) Ἀπίᾱς , ἄπιος 2 far away fem acc pl Ἀπίᾱς , ἄπιος 2 far away fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀπίαι — Ἀπίᾱͅ , Ἀπίη fem dat sg (attic doric aeolic) Ἀπίᾱͅ , ἄπιος 2 far away fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»