Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

Ἀνθηδών

См. также в других словарях:

  • Ἀνθηδών — masc nom/voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ανθηδών — (antedon). Γένος αρθρωτών εχινοδέρμων της οικογένειας των ανθηδονιδών. Βρίσκονται σε όλες τις θάλασσες και σε βάθος μέχρι 300 μ. Στη διάρκεια του προνυμφικού τους σταδίου βρίσκονται κολλημένα με έναν μικρό μίσχο στον πυθμένα ή σε άλλα αντικείμενα …   Dictionary of Greek

  • Ανθηδών — Αρχαία πόλη της Βοιωτίας στον Ευβοϊκό κόλπο. H ονομασία της προέρχεται είτε από μια ομώνυμη νύμφη είτε από τον Άνθα, γιο του Ποσειδώνα και της Αλκυόνης. Η πόλη ήταν μέλος της Βοιωτικής ομοσπονδίας. Είχε άλσος των Καβείρων και ιερό της Δήμητρας… …   Dictionary of Greek

  • Ἀνθηδόνα — Ἀνθηδών masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀνθηδόνες — Ἀνθηδών masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀνθηδόνι — Ἀνθηδών masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀνθηδόνος — Ἀνθηδών masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀνθηδόνων — Ἀνθηδών masc gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀνθηδόσι — Ἀνθηδών masc dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • АНФЕДОН —    • Anthedon,          ή Άνθηδών,        1. город у северного склона Мессания, самый северный прибрежный город Беотии (Hot. Il. 2, 508), с хорошею гаванью, названный по имени А., отца Главка; здесь Главк обращен был в морского бога. Ov. met. 7,… …   Реальный словарь классических древностей

  • Anthédon — ANTHÉDON, ŏnis, Gr. Ἀνθηδὼν, όνος, eine Nymphe, von welcher die Stadt Anthedon in Böotien den Namen bekommen haben soll. Pausan. Bœot. c. 22 …   Gründliches mythologisches Lexikon

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»