Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

Ἀλφεσιβοίας

  • 1 Αλφεσιβοίας

    Ἀλφεσιβοίᾱς, Ἀλφεσίβοια
    bringing in oxen: fem acc pl
    Ἀλφεσιβοίᾱς, Ἀλφεσίβοια
    bringing in oxen: fem gen sg (attic doric aeolic)
    Ἀλφεσιβοί̱ᾱς, Ἀλφεσιβοῖα
    fem acc pl
    Ἀλφεσιβοί̱ᾱς, Ἀλφεσιβοῖα
    fem gen sg (attic doric aeolic)

    Morphologia Graeca > Αλφεσιβοίας

  • 2 Ἀλφεσιβοίας

    Ἀλφεσιβοίᾱς, Ἀλφεσίβοια
    bringing in oxen: fem acc pl
    Ἀλφεσιβοίᾱς, Ἀλφεσίβοια
    bringing in oxen: fem gen sg (attic doric aeolic)
    Ἀλφεσιβοί̱ᾱς, Ἀλφεσιβοῖα
    fem acc pl
    Ἀλφεσιβοί̱ᾱς, Ἀλφεσιβοῖα
    fem gen sg (attic doric aeolic)

    Morphologia Graeca > Ἀλφεσιβοίας

  • 3 αλφεσιβοίας

    ἀλφεσιβοίᾱς, ἀλφεσίβοιος
    bringing in oxen: fem acc pl
    ἀλφεσιβοίᾱς, ἀλφεσίβοιος
    bringing in oxen: fem gen sg (attic doric aeolic)

    Morphologia Graeca > αλφεσιβοίας

  • 4 ἀλφεσιβοίας

    ἀλφεσιβοίᾱς, ἀλφεσίβοιος
    bringing in oxen: fem acc pl
    ἀλφεσιβοίᾱς, ἀλφεσίβοιος
    bringing in oxen: fem gen sg (attic doric aeolic)

    Morphologia Graeca > ἀλφεσιβοίας

См. также в других словарях:

  • Ἀλφεσιβοίας — Ἀλφεσιβοίᾱς , Ἀλφεσίβοια bringing in oxen fem acc pl Ἀλφεσιβοίᾱς , Ἀλφεσίβοια bringing in oxen fem gen sg (attic doric aeolic) Ἀλφεσιβοί̱ᾱς , Ἀλφεσιβοῖα fem acc pl Ἀλφεσιβοί̱ᾱς , Ἀλφεσιβοῖα fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀλφεσιβοίας — ἀλφεσιβοίᾱς , ἀλφεσίβοιος bringing in oxen fem acc pl ἀλφεσιβοίᾱς , ἀλφεσίβοιος bringing in oxen fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ερμησιάναξ — Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Ελεγειακός ποιητής (4ος αι. π.Χ.). Καταγόταν από την Κολοφώνα και διετέλεσε μαθητής του Φιλητά. Έγραψε τα Περσικά και το Λεόντιον, που περιλάμβανε τρία βιβλία: το πρώτο αναφερόταν στον μύθο του Πολύφημου και της… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»