Перевод: с греческого на русский

с русского на греческий

Ἀλκίνοος

См. также в других словарях:

  • Ἀλκίνοος — masc nom sg (epic doric ionic) Ἀλκίνοος masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Αλκίνοος — I Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Βασιλιάς των Φαιάκων, κατοίκων της νήσου Σχερίας, γιος του Ναυσιθόου, εγγονός του Ποσειδώνα, σύζυγος της Αρήτης, πατέρας της Ναυσικάς. Ήταν περίφημος για τη φρόνησή του και την αγάπη που του έδειχναν οι θεοί.… …   Dictionary of Greek

  • Αλκίνοος — ο κύρ. όνομα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Μάζης, Αλκίνοος — (1904 – 1980). Φυσικός και εκπαιδευτικός. Υπηρέτησε σε διάφορα σχολεία της μέσης εκπαίδευσης, ανάμεσα στα οποία και στο Πειραματικό Σχολείο του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (1936 37) και στη συνέχεια τοποθετήθηκε ως καθηγητής φυσικής στη Βαρβάκειο… …   Dictionary of Greek

  • Ἀλκινόοιο — Ἀλκίνοος masc gen sg (epic) Ἀλκίνοος masc gen sg (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀλκινόου — Ἀλκίνοος masc gen sg (epic doric ionic) Ἀλκίνοος masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀλκινόῳ — Ἀλκίνοος masc dat sg (epic doric ionic) Ἀλκίνοος masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀλκίνοε — Ἀλκίνοος masc voc sg (epic doric ionic) Ἀλκίνοος masc voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀλκίνοοι — Ἀλκίνοος masc nom/voc pl (epic doric ionic) Ἀλκίνοος masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀλκίνοον — Ἀλκίνοος masc acc sg (epic doric ionic) Ἀλκίνοος masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀλκίνου — Ἀλκίνοος masc voc sg (attic) Ἀλκίνοος masc gen sg (attic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»