-
1 Αβαίοις
-
2 Ἀβαίοις
См. также в других словарях:
Ἀβαίοις — Ἀβαί̱οις , Ἀβαῖος masc dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
1 Αβαίοις
2 Ἀβαίοις
Ἀβαίοις — Ἀβαί̱οις , Ἀβαῖος masc dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)