-
1 αψις
I.ион. ἀψίς - ῖδος ἥ (acc. ἁψῖδα и ἅψιν)1) петля, очко(λίνου ἀψῖδες Hom.)
2) досл. обод колеса, перен. колесо Hes., Her., Eur., Plut.3) дуга(ἴριδος Arst.)
4) свод(ἥ οὐράνιος ἁ. Plat.)
5) дискἡ ἡμερία ἁ. Eur. — солнечный диск
6) ирон. сплетение(ἁψῖδες ἐπῶν Arph.)
II.- εως ἥ тж. pl. прикосновение, осязание Plat., Arst. -
2 αψίς
(-ίδος) η см. αψίδα;§ αψίς της αστράβης — седельная лука
-
3 εφαψις
-
4 συναψις
- εως ἥ1) соприкосновение, соединение, сочетание, связь(Arst., Plut.; ἥ σ. τινος πρός τι Plat.)
2) собрание, скопление (sc. τῶν ἀστέρων Arst.) -
5 αψίδα
αψίδα ηапсида – глубокая, полукруглая или многогранная алтарная ниша, выступающая на восточном фасаде храма или в какой-нибудь другой части храмаЭтим.< дргр. αψίς «дуга, свод, арка»
См. также в других словарях:
άψις — ἅψις, η (Α) [άπτω] 1. άγγιγμα, επαφή 2. φρ. «ἅψις φρενῶν» παραφροσύνη … Dictionary of Greek
ἄψις — ἄψῑς , ἄψις fem acc pl (epic doric ionic aeolic) ἄψις fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἅψις — ἅψῑς , ἅψις touching fem acc pl (epic doric ionic aeolic) ἅψις touching fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀψίς — ἀψί̱ς , ἁψίς loop fem nom sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἁψίς — ἁψί̱ς , ἁψίς loop fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
αψίς — η βλ. αψίδα … Dictionary of Greek
ἀψῖδα — ἁψίς loop fem acc sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀψῖδας — ἁψίς loop fem acc pl (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀψῖδες — ἁψίς loop fem nom/voc pl (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀψῖδι — ἁψίς loop fem dat sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀψῖδος — ἁψίς loop fem gen sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)