Перевод: с греческого на немецкий

с немецкого на греческий

ἄφωνος

См. также в других словарях:

  • ἄφωνος — voiceless masc/fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • άφωνος — η, ο (AM ἄφωνος, ον) 1. αυτός που δεν έχει φωνή, άλαλος 2. αυτός που δεν βγάζει φωνή, που σωπαίνει 3. γραμμ. (ο πληθ. ουδ. ως ουσ.) τα άφωνα τα κλειστά σύμφωνα της Ελληνικής, ειδικότερα αυτά που παριστάνονται με τα γράμματα π, τ, κ / β, γ, δ / φ …   Dictionary of Greek

  • άφωνος, -η — ο επίρρ. α 1. αυτός που δεν έχει, δε βγάζει φωνή: Από τη μεγάλη της συγκίνηση στεκόταν άφωνη. 2. (γραμμ.), «άφωνοι φθόγγοι» ή «άφωνα» ονομάστηκαν από τους παλιούς γραμματικούς τα σύμφωνα π, β, φ, κ, γ, χ, τ, δ, θ, επειδή δεν ακούγεται φωνή όταν… …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ἀφωνότερον — ἄφωνος voiceless adverbial comp ἄφωνος voiceless masc acc comp sg ἄφωνος voiceless neut nom/voc/acc comp sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀφωνοτάτων — ἄφωνος voiceless fem gen superl pl ἄφωνος voiceless masc/neut gen superl pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀφωνοτέρων — ἄφωνος voiceless fem gen comp pl ἄφωνος voiceless masc/neut gen comp pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀφωνότατα — ἄφωνος voiceless adverbial superl ἄφωνος voiceless neut nom/voc/acc superl pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀφωνότατον — ἄφωνος voiceless masc acc superl sg ἄφωνος voiceless neut nom/voc/acc superl sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀφώνως — ἄφωνος voiceless adverbial ἄφωνος voiceless masc/fem acc pl (doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἄφωνον — ἄφωνος voiceless masc/fem acc sg ἄφωνος voiceless neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀφωνοτάτοις — ἄφωνος voiceless masc/neut dat superl pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»