Перевод: с греческого на русский

с русского на греческий

ἄτυπος

См. также в других словарях:

  • ἄτυπος — speaking inarticulately masc/fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • άτυπος — (atypus). Γένος αρθροπόδων αραχνών της οικογένειας των ατυπιδών. Ζουν στις εύκρατες περιοχές της Ευρώπης και της Αμερικής. Κατασκευάζουν τη φωλιά τους μέσα στη γη δίνοντάς της μορφή σωληνοειδούς στοάς και έπειτα την υφαίνουν. Καταστρέφουν όμως τα …   Dictionary of Greek

  • άτυπος — η, ο επίρρ. α αυτός που δεν είναι σύμφωνος με τους νόμιμους τύπους: Ο δικηγόρος είπε πως το συμφωνητικό που είχα υπογράψει ήταν άτυπο …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ἀτύπως — ἄτυπος speaking inarticulately adverbial ἄτυπος speaking inarticulately masc/fem acc pl (doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἄτυπον — ἄτυπος speaking inarticulately masc/fem acc sg ἄτυπος speaking inarticulately neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀτυπώτατοι — ἄτυπος speaking inarticulately masc nom/voc superl pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀτύπου — ἄτυπος speaking inarticulately masc/fem/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συνήθεια — η, ΝΜΑ, και μτγν. τ. συνηθία Α [συνήθης] 1. έξη, ιδίως φυσική διάθεση τού σώματος, που οφείλεται στη συνεχή επανάληψη μιας άσκησης ή μιας πράξης (α. «το πολύ περπάτημα μού έχει γίνει συνήθεια και δεν κουράζομαι πια» β. «μέγα ἡ συνήθεια καὶ φύσις… …   Dictionary of Greek

  • Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής Συντομευμένη ονομασία: ΗΠΑ (USA) Έκταση: 9.629.091 τ. χλμ Πληθυσμός: 278.058.881 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Ουάσινγκτον (6.068.996 κάτ. το 2002)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τον… …   Dictionary of Greek

  • Ηνωμένο Βασίλειο — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βορείου Ιρλανδίας Συντομευμένη ονομασία: Μεγάλη Βρετανία Έκταση: 244.820 τ. χλμ. Πληθυσμός: 59.647.790 (2001) Πρωτεύουσα: Λονδίνο (6.962.319 κάτ. το 2001)Κράτος της βορειοδυτικής… …   Dictionary of Greek

  • ԱՆՕՐԷՆ — (րինի, նաց.) NBH 1 0257 Chronological Sequence: Early classical, 10c, 11c, 12c, 13c ա. ἅνομος, παράνομος, ἁθέμητος , δυσεβής, ἅτυπος եւն. iniquus, nefarius, impius, absurdus եւն. Որ չունի կամ չպահէ զօրէնս. որ ոք եւ որ ինչ է արտաքոյ կամ ընդդէմ… …   հայերեն բառարան (Armenian dictionary)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»