Перевод: с греческого на русский

с русского на греческий

ἄστυλος

См. также в других словарях:

  • Ἀστύλος — masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • άστυλος — Όνομα μυθολογικών και ιστορικών προσώπων. 1. Κένταυρος που προσπάθησε μάταια να πείσει τους αδελφούς του να μην πολεμήσουν εναντίον των Λαπιθών. 2. Πυθαγόρειος φιλόσοφος που τον αναφέρει ο Ιάμβλιχος. 3. Αυλητής Κροτωνιάτης (5ος αι. π.Χ.),… …   Dictionary of Greek

  • ἄστυλος — ἄστῡλος , ἄστυλος without pillar masc/fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀστύλον — Ἀστύλος masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀστύλου — Ἀστύλος masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀστύλῳ — Ἀστύλος masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἄστυλον — ἄστῡλον , ἄστυλος without pillar masc/fem acc sg ἄστῡλον , ἄστυλος without pillar neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Astylos of Croton — (Ἄστυλος/Ἀστύαλος ὁ Κροτωνιάτης) was an athlete from ancient Greece that starred in the ancient Olympics of the 5th century BC. He was mentioned in records from General Pausanias that claim he excelled in three successive Olympic games from 488… …   Wikipedia

  • Astylos von Kroton — (griechisch Αστυλος oder Αστύαλος ο Κροτωνιάτης) war ein antiker Athlet aus Kroton (heute Crotone, Süditalien) und achtfacher Olympiasieger zur Zeit der Perserkriege. Zweimal hintereinander feierte er an einem Tage sowohl Siege im Stadion… …   Deutsch Wikipedia

  • άστυ — Τίτλος δύο εφημερίδων. 1. Εβδομαδιαία γελοιογραφική εφημερίδα που εκδιδόταν από το 1885 έως το 1889 στην Αθήνα πρώτα από τον Μπ. Άννινο και στη συνέχεια από τον Θ. Άννινο. Με την εφημερίδα αυτή συνεργάστηκαν κατά διαστήματα ο Γ. Σουρής, ο Δ.… …   Dictionary of Greek

  • στύλος — Πεδινός οικισμός (296 κάτ., υψόμ. 40 μ.), στην επαρχία Αποκορώνου του νομού Χανίων. Είναι έδρα της ομώνυμης κοινότητας (11 τ. χλμ., 448 κάτ.), στην οποία ανήκουν και άλλοι τρεις μικρότεροι οικισμοί, το Πρόβαρμα (72 κάτ., υψόμ. 100 μ.), ο Σαμωνάς… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»