-
81 συναμμα
-
82 τορος
-
83 ωρχων
-
84 archōn
archōn, ontis, m. archonte (magistrat athénien). - [gr]gr. ἄρχων, οντος. - voir hors site archonte. -
85 беспринципность
беспринци́пн||остьж ἡ ἔλλειψη [-ις] ἀρχῶν. ἡ ἀσυνειδησία. -
86 господствующий
господст||вующий1. прич. от господствовать·2. прил ὁ κυρίαρχων, ὁ ἄρχων/ ὁ ἐπικρατῶν (преобладающий):\господствующийвующее мнение ἡ ἐπικρατούσα γνώμη· \господствующийвующие классы οἱ ἀρχουσες τάξεις. -
87 попрание
попраниес книжн. ἡ παραβίαση:\попрание основ демократии ἡ παραβίαση (καταπάτηση) τῶν δημοκρατικών ἀρχῶν. -
88 правящий
правящи||й1. прич. от править·2. прил ἄρχων, Ιθύνων, διέπων, διευθύνων, διοικών:\правящий класс ἡ κυρίαρχη τάξη, ἡ ἀρχουσα τάξη· \правящийе круги οἱ Ιθύνοντες κύκλοι. -
89 принцип
принципм ἡ ἀρχή:в \принципе κατ' ἀρχήν в \принципе я согласен κατ' ἀρχήν εἶμαι σύμφωνος· из \принципа γιά λόγους ἀρχῶν. -
90 ανώτατος
-
91 αρχή
η1) начало;αρχή της οδού — начало дороги;
απ' ( — или εξ) αρχης, απ' ( — или από) την αρχή — сначала;
στην αρχή — или στίς αρχες — или κατ' αρχάς — в начале;
στίς αρχές τοβ μηνός — в начале месяца;
κάνω αρχή — начинать;
κάνω την αρχή — положить начало;
2) πλ. начала, основные положения, основы;οι αρχές της χημείας — начала химии;
3) принцип; правило;κατ' αρχήν — в принципе; — как правило, в основном, вообще;
εμμονή ( — или αφοσίωση) σε αρχές — принципиальность;
άνθρωπος με αρχές — принципиальный человек;
άνευ αρχων — или χωρίς αρχές — без принципов, беспринципный;
4) основа, предпосылка; условие;5) власть; πλ. власти, правительство;αί αρχαί της πόλεως — городские власти;
§ αρχή αρχ во-первых;
αρχή τό ήμισυ τού παντός — начало - половина дела;
κάθε αρχή και δύσκολη — погов, лиха беда начало
-
92 εκλαμπρότατος
η, ο[ν] сиятельный (титул);εκλαμπρότατε άρχων! — ваше сиятельство!
-
93 παράβαση
[-ις (-εως)] η нарушение, несоблюдение (правил, законов);η παράβαση των αρχών — нарушение принципов
-
94 Αρχον
-
95 Ἄρχον
-
96 Αρχους
-
97 Ἄρχους
-
98 άρχον
ἄρχωto be first: pres part act masc voc sgἄρχωto be first: pres part act neut nom /voc /acc sgἄρχωto be first: imperf ind act 3rd pl (homeric ionic)ἄρχωto be first: imperf ind act 1st sg (homeric ionic)ἄρχωνruler: masc voc sg -
99 ἄρχον
ἄρχωto be first: pres part act masc voc sgἄρχωto be first: pres part act neut nom /voc /acc sgἄρχωto be first: imperf ind act 3rd pl (homeric ionic)ἄρχωto be first: imperf ind act 1st sg (homeric ionic)ἄρχωνruler: masc voc sg -
100 άρχοντα
ἄρχωto be first: pres part act neut nom /voc /acc plἄρχωto be first: pres part act masc acc sgἄρχωνruler: masc acc sg
См. также в других словарях:
ἅρχων — ἄρχων , ἄρχω to be first pres part act masc nom sg ἄρχων , ἄρχων ruler masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἄρχων — masc nom/voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἄρχων — ἄρχω to be first pres part act masc nom sg ἄρχων ruler masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
άρχων — (3ος–2ος αι. π.Χ.).Ευγενής από την Αιγείρα. Έγινε τρεις φορές στρατηγός της Αχαϊκής Συμπολιτείας (187, 172, 170 π.Χ.). Κατηγορήθηκε για εχθρότητα προς τους Ρωμαίους, αλλά υποστηρίχτηκε από την Εκκλησία του Δήμου για τα πατριωτικά του φρονήματα. * … Dictionary of Greek
ἀρχῶν — ἀρχή beginning fem gen pl ἀρχός leader masc gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἄρχον — Ἄρχων masc voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἄρχους — Ἄρχων masc acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ινδία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ινδίας Έκταση: 3.287.590 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.029.991.145 (2001) Πρωτεύουσα: Νέο Δελχί (12.791.458 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ασίας. Συνορεύει Α με το Μπαγκλαντές και τη Μυανμάρ (Βιρμανία), Β με την Κίνα και… … Dictionary of Greek
Γερμανία — Επίσημη ονομασία: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας Προηγούμενη ονομασία (1948 90): Γερμανική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία (ή Δυτική Γερμανία) & Γερμανική Λαϊκή Δημοκρατία) Έκταση: 357.021 τ.χλμ Πληθυσμός: 82.440.309 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα:… … Dictionary of Greek
Ηνωμένο Βασίλειο — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βορείου Ιρλανδίας Συντομευμένη ονομασία: Μεγάλη Βρετανία Έκταση: 244.820 τ. χλμ. Πληθυσμός: 59.647.790 (2001) Πρωτεύουσα: Λονδίνο (6.962.319 κάτ. το 2001)Κράτος της βορειοδυτικής… … Dictionary of Greek
Ρωσία — H Pωσική Oμοσπονδία αποτελεί το μεγαλύτερο σε έκταση κράτος της γης. Tα σύνορά της ξεκινούν από την Eυρώπη, καλύπτουν όλη την Aσία και φτάνουν στην Άπω Aνατολή. Bόρεια και ανατολικά βρέχεται από τον Aρκτικό και τον Eιρηνικό Ωκεανό και στα δυτικά… … Dictionary of Greek