-
1 ἁρπαγιμαῖος
ἁρπαγιμαῖος, geraubt, Orph.; B. A. p. 5 ὅ δι' ἔρωτα ἢ δι' ἄλλην τινὰ πρόφασιν ἁρπασϑεὶς καὶ ἁρπαγιμαῖα πράγματα τὰ εἰς ἁρπαγᾷν ἑτοῖμα καὶ τὰ ἁρπαζόμενα.
-
2 ἁρπαγιμαῖος
-
3 ἁρπαγιμαῖος
A scarcely visible, at close of month, Sch.Arat.735.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἁρπαγιμαῖος
-
4 αρπαγιμαία
ἁρπαγιμαίᾱ, ἁρπαγιμαῖοςscarcely visible: fem nom /voc /acc dualἁρπαγιμαίᾱ, ἁρπαγιμαῖοςscarcely visible: fem nom /voc sg (attic doric aeolic) -
5 ἁρπαγιμαία
ἁρπαγιμαίᾱ, ἁρπαγιμαῖοςscarcely visible: fem nom /voc /acc dualἁρπαγιμαίᾱ, ἁρπαγιμαῖοςscarcely visible: fem nom /voc sg (attic doric aeolic) -
6 αρπαγιμαίαν
-
7 ἁρπαγιμαίαν
См. также в других словарях:
ἁρπαγιμαία — ἁρπαγιμαίᾱ , ἁρπαγιμαῖος scarcely visible fem nom/voc/acc dual ἁρπαγιμαίᾱ , ἁρπαγιμαῖος scarcely visible fem nom/voc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἁρπαγιμαίαν — ἁρπαγιμαίᾱν , ἁρπαγιμαῖος scarcely visible fem acc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)