-
1 αρμονικη
ἡ (sc. τέχνη) учение о гармонии, теория музыки Arst. -
2 αρμόνικα
αρμόνική η гармоника, баян
См. также в других словарях:
Ἁρμονικῇ — Ἁρμονικός skilled in music fem dat sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἁρμονικῇ — ἁρμονικός skilled in music fem dat sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἁρμονική — Ἁρμονικός skilled in music fem nom/voc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἁρμονική — ἁρμονικός skilled in music fem nom/voc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
αρμονική ανάλυση — Η παράσταση περιοδικών συναρτήσεων με πεπερασμένα ή άπειρα αθροίσματα κυκλικών συναρτήσεων. Ας θεωρήσουμε μια συνάρτηση f(x) ορισμένη στο διάστημα ( ∞, + ∞). Η συνάρτηση αυτή θα λέγεται περιοδική με περίοδο 2ρ (ρ αριθμός πραγματικός) τότε και… … Dictionary of Greek
αρμονική κίνηση — Κίνηση ενός υποκειμένου σε ελαστική δύναμη σημείου γύρω από το σημείο ισορροπίας του. Η α.κ. μπορεί να οριστεί ακόμα και ως κίνηση που εκτελεί στη διάμετρο ενός κύκλου η προβολή ενός σημείου, το οποίο κινείται ομαλά στην περιφέρειά του. Πρόκειται … Dictionary of Greek
Ιταλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ιταλίας Έκταση: 301.230 τ. χλμ. Πληθυσμός: 56.305.568 (2001) Πρωτεύουσα: Ρώμη (2.459.776 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ευρώπης. Συνορεύει στα ΒΔ με τη Γαλλία, στα Β με την Ελβετία και την Αυστρία, στα ΒΑ με τη… … Dictionary of Greek
πολιτισμός — Με το γενικό όρο «πολιτισμός» στη γλώσσα μας υποδηλώνονται δύο έννοιες, για τις οποίες οι άλλες ευρωπαϊκές γλώσσες διαθέτουν ξεχωριστούς όρους:civilisationκαι culture. Αλλά κι εκεί, παρότι οι όροι είναι διαχωρισμένοι, τα όρια των δύο εννοιών δεν… … Dictionary of Greek
πρόοδος — Με αυτόν τον όρο χαρακτηρίζονται 3 ειδικές ακολουθίες πραγματικών ή –γενικότερα– μιγαδικών αριθμών· οι ακολουθίες αυτές φέρουν τις ονομασίες: αριθμητική π., γεωμετρική π., αρμονική π. Έστω (α): α1, α2,..., αν... μία ακολουθία μιγαδικών, γενικά,… … Dictionary of Greek
προβολή — Ο όρος χρησιμοποιείται στα μαθηματικά σε διάφορες περιπτώσεις, ιδιαίτερα μάλιστα στη γεωμετρία. 1. Αν ε, η είναι δύο ευθείες, όχι παράλληλες σε ένα επίπεδο Ε, τότε ονομάζεται προβολή ενός σημείου Μ του επιπέδου Ε πάνω στην ευθεία ε παράλληλα με… … Dictionary of Greek
συγχορδία — (Μουσ.). Συνήχηση τριών τουλάχιστον ήχων με διαφορετικό τονικό ύψος. Η δομή της σ. και οι σχέσεις της με άλλους ήχους ρυθμίζονται από την αρμονία, που είναι η γραμματική της μουσικής και μελετά τη φύση και τους διάφορους συνδυασμούς σ.: μείζονων… … Dictionary of Greek