Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

ἁπλουστέρου

См. также в других словарях:

  • ἁπλουστέρου — ἁπλόος twofold masc/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αναγωγισμός — ο Φιλοσ. άποψη που υποστηρίζει ότι οι οντότητες ενός δεδομένου είδους είναι αθροίσματα ή συνδυασμοί οντοτήτων ενός απλούστερου ή βασικότερου είδους ή ότι οι εκφράσεις που καταδηλώνουν οντότητες αυτού τού είδους μπορούν να οριστούν με όρους… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»