-
1 αγνισμος
-
2 ἁγνισμός
49 ἁγνισμός{сущ., 1}очищение, освящение, искупление (Деян. 21:26). LXX: 5145 (רזֶנֵ), 2403 (הָאָטּחַ).*▲ ключ.сл.Греческо-русский лексикон Нового Завета с номерами Стронга и греческой Симфонией > ἁγνισμός
-
3 αγνισμός
49 ἁγνισμός{сущ., 1}очищение, освящение, искупление (Деян. 21:26). LXX: 5145 (רזֶנֵ), 2403 (הָאָטּחַ).*▲ ключ.сл.Греческо-русский лексикон Нового Завета с номерами Стронга и греческой Симфонией > αγνισμός
-
4 ἁγνισμός
очищение, освящение, искупление; LXX: (נֵ֫זֶר), (חַטָּאָה).Ελληνικά-Ρωσικά λεξικό στα κείμενα της Καινής Διαθήκης (Греческо-русский словарь к текстам Нового Завета) > ἁγνισμός
-
5 49
49 ἁγνισμός{сущ., 1}очищение, освящение, искупление (Деян. 21:26). LXX: 5145 (רזֶנֵ), 2403 (הָאָטּחַ).*▲ ключ.сл.Греческо-русский лексикон Нового Завета с номерами Стронга и греческой Симфонией > 49
См. также в других словарях:
ἁγνισμός — purification masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
αγνισμός — Συμβολικός καθαρισμός της ψυχής. Στην αρχαιότητα, όποιος ήθελε να κάνει θυσία ή να μπει σε ναό για προσευχή, έπρεπε προηγουμένως να καθαρίσει το σώμα του. Ο καθαρισμός γινόταν με ειδικά δοχεία που υπήρχαν στην είσοδο των ναών. Αυτός που έμπαινε… … Dictionary of Greek
αγνισμός — ο η κάθαρση, ο εξαγνισμός … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
ἁγνισμοῖς — ἁγνισμός purification masc dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἁγνισμοί — ἁγνισμός purification masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἁγνισμοῦ — ἁγνισμός purification masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἁγνισμούς — ἁγνισμός purification masc acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἁγνισμῶν — ἁγνισμός purification masc gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἁγνισμῷ — ἁγνισμός purification masc dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἁγνισμόν — ἁγνισμός purification masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
признанье сестра покаянью — Ср. Сам Бог вещает нам: В раскаянье спасенье. Жуковский. Громобой. Ср. Bekannt ist halb gebüsst. Ср. Qui se repent est presque innocent. Ср. Il n appertenait, qu à la religion chrétienne d avoir fait deux soeurs de l Innocence et du Repentir.… … Большой толково-фразеологический словарь Михельсона