-
1 φιλο-χρημονέω
φιλο-χρημονέω, = φιλοχρηματέω, Plat. Legg. V, 729 a.
-
2 εὐ-χρημονέω
εὐ-χρημονέω, = εὐχρηματέω, Plat. com. bei Poll. 6, 196.
-
3 ἀ-χρημονέω
ἀ-χρημονέω, arm sein, Plat. c. Poll. 6. 196.
-
4 ἀχρημονέω
1 φιλο-χρημονέω
φιλο-χρημονέω, = φιλοχρηματέω, Plat. Legg. V, 729 a.
2 εὐ-χρημονέω
εὐ-χρημονέω, = εὐχρηματέω, Plat. com. bei Poll. 6, 196.
3 ἀ-χρημονέω
ἀ-χρημονέω, arm sein, Plat. c. Poll. 6. 196.
4 ἀχρημονέω