-
1 θεο-κυβέρνητος
θεο-κυβέρνητος, von Gott gelenkt, Sp.
-
2 ἀ-κυβέρνητος
ἀ-κυβέρνητος, ohne Steuermann, Plut., z. B. Caes. 28; Sp. haben auch das subst. ἀκυβερνησία.
-
3 ακυβερνητος
-
4 ἀκυβέρνητος
-
5 θεοκυβέρνητος
1 θεο-κυβέρνητος
θεο-κυβέρνητος, von Gott gelenkt, Sp.
2 ἀ-κυβέρνητος
ἀ-κυβέρνητος, ohne Steuermann, Plut., z. B. Caes. 28; Sp. haben auch das subst. ἀκυβερνησία.
3 ακυβερνητος
4 ἀκυβέρνητος
5 θεοκυβέρνητος