Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

ἀχαιΐνη

См. также в других словарях:

  • αχαΐνης — ἀχαΐνης, ο (θηλ. ἀχαΐνη και ἀχαιΐνη και ἀχαιϊνέη, η) ελάφι δύο ετών. [ΕΤΥΜΟΛ. Πρόκειται για τεχνικό όρο άγνωστης προελεύσεως. Θα μπορούσε ίσως να θεωρηθεί παράγωγο της λ. Αχαΐα, αν ληφθεί υπ όψιν ότι το είδος αυτό θα ήταν συχνό στην περιοχή] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»