Перевод: со всех языков на английский

с английского на все языки

ἀφύω

См. также в других словарях:

  • αφύω — ἀφύω (Α) γίνομαι λευκός. [ΕΤΥΜΟΛ. Πιθ. < αφυώδης, με υποχωρητικό σχηματισμό] …   Dictionary of Greek

  • ἀφύω — ἀφύ̱ω , ἀπό ὕω rain pres subj act 1st sg ἀφύ̱ω , ἀπό ὕω rain pres ind act 1st sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αφύη — ἀφύη, η (Α) η σαρδέλα, η αντσούγια. [ΕΤΥΜΟΛ. Αβέβαιης ετυμολ. Κατά την πιθανότερη εκδοχή αφύη < α στερ. + φύω (φύομαι), αν ληφθεί υπ όψιν ότι δεν πρόκειται για είδος ψαριού, αλλά για τη δήλωση μικρών ψαριών «που δεν εφύησαν, δηλ. δεν… …   Dictionary of Greek

  • εξαφύω — ἐξαφύω (Α) [αφύω] αντλώ (κρασί, νερό κ.λπ.) από δοχείο («οἶνον δὲ ἐξαφύοντες», Ομ. Οδ.) …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»