-
1 αφίσταιντ'
-
2 ἀφίσταιντ'
-
3 ἀφίσταμι
См. также в других словарях:
ἀφίσταιντ' — ἀφίσταιντο , ἀφίστημι put away 3rd pl (ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
1 αφίσταιντ'
2 ἀφίσταιντ'
3 ἀφίσταμι
ἀφίσταιντ' — ἀφίσταιντο , ἀφίστημι put away 3rd pl (ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)