-
1 ἀστραγαλιστικός
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἀστραγαλιστικός
Перевод: с греческого на английский
с английского на греческий- С английского на:
- Греческий
- С греческого на:
- Английский
1 ἀστραγαλιστικός
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἀστραγαλιστικός