Перевод: со всех языков на английский

с английского на все языки

ἀρτεμ-ής

См. также в других словарях:

  • Βισιόλι, Αρτέμ — (Σαμάρα 1889 – 1939). Λογοτεχνικό ψευδώνυμο του Ρώσου συγγραφέα Νικολάι Ιβάνοβιτς Κότσκουροφ. Στα μυθιστορήματα και στα διηγήματά του, μεταξύ των οποίων ξεχωρίζουν τα Πύρινα ποτάμια (1924), Πατρική γη (1926) και προπάντων Η Ρωσία στο αίμα (1929… …   Dictionary of Greek

  • πολύφλεβος — ον, Α άφθονος («πολύφλεβον πηγήν», Αρτεμ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < πολυ * + φλεβος (< φλέψ, φλεβός «φλέβα, πηγή»), πρβλ. ευρύ φλεβος] …   Dictionary of Greek

  • σωματοποιώ — έω, ΜΑ 1. προσδίδω σωματική υπόσταση, υλική ύπαρξη σε κάτι (α. «ἀπὸ τῶν θείων σωμάτων ἔρχονται εἰς τὰ θνητὰ αὗται αἱ σωματοποιοῡσαι ἐνέργειαι», Ερμ. Τρισμ. β. «συνέστηκεν... πρὸ τῶν δερματίνων σεσωματοποιῆσθαι χιτώνων τὸν ἄνθρωπον», Μεθόδ.) 2.… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»