Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

ἀρτεμισίαν

См. также в других словарях:

  • Ἀρτεμισίαν — Ἀρτεμισίᾱν , Ἀρτεμισίη fem acc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀρτεμισίαν — ἀρτεμισίᾱν , ἀρτεμισία wormwood fem acc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • περιποιώ — περιποιῶ, έω, ΝΜΑ νεοελλ. παρέχω, δίνω (α. «η παρουσία σας μάς περιποιεί μεγάλη τιμή» β. «σφόδρ ἄν Αρτεμισίαν πειραθῆναι περιποιῆσαι Ῥόδον αὐτῷ», Δημοσθ.) νεοελλ. 1. (κυρίως το μέσ.) περιποιούμαι και περιποιέμαι α) παρέχω περιποίηση, εξυπηρετώ,… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»