Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

ἀραιοτέροις

См. также в других словарях:

  • ἀραιοτέροις — ἀραῑοτέροις , ἀραῖος prayed to masc/neut dat comp pl ἀραῑοτέροις , ἀραῖος prayed to masc/neut dat comp pl ἀραιός thin masc/neut dat comp pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πυκνώνω — πυκνῶ, όω, ΝΜΑ [πυκνός] 1. καθιστώ κάτι πυκνό, προκαλώ μεγάλη προσέγγιση τών συστατικών, συμπυκνώνω («ὁ ἀτμὸς πυκνοῡται καὶ σταγόνες ἀποπίπτουσι», Ιπποκρ.) 2. (σχετικά με πολλά και χωρισμένα μεταξύ τους πράγματα) φέρνω πολύ κοντά, συνωθώ (α.… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»