Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

ἀπύρηνα

См. также в других словарях:

  • ἀπύρηνα — ἀπύρηνος without stone neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αιμοσφαίρια, ερυθρά — Απύρηνα κύτταρα του αίματος. Λέγονται και ερυθροκύτταρα (βλ. λ.) …   Dictionary of Greek

  • ερυθροκύτταρα — Απύρηνα κύτταρα του αίματος. Ο αριθμός τους στις γυναίκες κυμαίνεται μεταξύ 4.500.000 5.000.000/mm3 αίματος, ενώ στους άντρες μεταξύ 5.000.000 5.500.000/mm3 αίματος. Τα ερυθρά αιμοσφαίρια του ανθρώπου έχουν σχήμα αμφίκοιλου δίσκου, το οποίο όμως… …   Dictionary of Greek

  • αίμα — Ρευστός ιστός του οποίου τα στερεά κυτταρικά στοιχεία αιωρούνται σε μια ροώδη μεσοκυττάρια ουσία, που ονομάζεται πλάσμα. Κυκλοφορεί σε ένα σύστημα αγγείων, το κυκλοφορικό σύστημα, και αντιπροσωπεύει για τα ανώτερα ζώα το μέσο με το οποίο… …   Dictionary of Greek

  • δέρμα — I (Ανατ.).Προστατευτικό όργανο (πάχους 0,5 4 χιλιοστών), που καλύπτει ολόκληρη την επιφάνεια του σώματος και μεταπίπτει, κατά τις φυσικές οπές του, στους βλεννογόνους. Αποτελείται από ένα λεπτό επιφανειακό στρώμα επιθηλιακού ιστού, την επιδερμίδα …   Dictionary of Greek

  • αιμοπετάλια — Μικρά απύρηνα κύτταρα, άχρωμα, στρογγυλά ή με σχήμα αμφίκυρτου δίσκου ή ατράκτου. Ο αριθμός τους είναι 250.000/mm3 αίματος ενώ η διάμετρός τους φτάνει έως τα 3 μικρά. Στο ηλεκτρονικό μικροσκόπιο φαίνεται ότι αποτελούνται από δύο τμήματα: το… …   Dictionary of Greek

  • νουκλεοπρωτεΐνες — Οργανικές ενώσεις όξινης αντίδρασης, που σχηματίζονται από την ένωση μιας απλής πρωτεΐνης με μια προσθετική ομάδα, το νουκλεϊνικό οξύ. Ανήκουν συνεπώς στην ομάδα των συνεζευγμένων πρωτεϊνών και ονομάστηκαν ν. επειδή απομονώθηκαν, για πρώτη φορά,… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»