Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

ἀπρέπεια

См. также в других словарях:

  • ἀπρεπείᾳ — ἀπρεπείᾱͅ , ἀπρέπεια unseemliness fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀπρέπεια — unseemliness fem nom/voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • απρέπεια — η (AM ἀπρέπεια) έλλειψη ευπρέπειας ή κοσμιότητας νεοελλ. κακή, απρεπής ενέργεια αρχ. ασχήμια …   Dictionary of Greek

  • απρέπεια — η αγένεια, ασχήμια: Αυτό που έκανες απόψε ήταν απρέπεια …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ἀπρεπείας — ἀπρεπείᾱς , ἀπρέπεια unseemliness fem acc pl ἀπρεπείᾱς , ἀπρέπεια unseemliness fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀπρεπείαις — ἀπρέπεια unseemliness fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀπρέπειαν — ἀπρέπεια unseemliness fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • άτροπος — I Μια από τις τρεις Μοίρες της αρχαίας ελληνικής μυθολογίας. II (Αστρον.). Αστεροειδής που επισημάνθηκε στις 8 Μαρτίου 1888. Το αστρικό φωτογραφικό του μέγεθος στη μέση αντίθεσή του είναι 13,7 και σε απόσταση μιας αστρονομικής μονάδας από τη Γη… …   Dictionary of Greek

  • αγένεια — η (Α ἀγένεια) [ἀγενής] νεοελλ. έλλειψη ευγένειας, καλών τρόπων στην κοινωνική συμπεριφορά, απρέπεια αρχ. ταπεινή καταγωγή …   Dictionary of Greek

  • αδρομία — η [άδρομος] 1. (κυριολεκτικά) η έλλειψη δρόμων ή συγκοινωνίας 2. αστοχία στα λόγια, απρέπεια …   Dictionary of Greek

  • ακαιρία — η (Α ἀκαιρία) (Ν και ακαιριά) [άκαιρος] καιρικές συνθήκες επιβλαβείς για τη γεωργία αρχ.1. ακαταλληλότητα τών περιστάσεων (αντίθ. τών ευκαιρία, εγκαιρία, επικαιρία) 2. έλλειψη ευκαιρίας (αντίθ. τού καιρός) 3. ανάρμοστη συμπεριφορά, απρέπεια,… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»