-
1 αποφυτευθήναι
-
2 ἀποφυτευθῆναι
См. также в других словарях:
ἀποφυτευθῆναι — ἀποφυτεύω strike slips aor inf pass … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
1 αποφυτευθήναι
2 ἀποφυτευθῆναι
ἀποφυτευθῆναι — ἀποφυτεύω strike slips aor inf pass … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)