-
1 αποταυροομαι
становиться (свирепым) как бык, свирепетьδέργμα λεαίνης ἀποταυροῦσθαί τινι Eur. — дико глядеть на кого-л. подобно львице
-
2 ἀποταυρόομαι
A to be like a bull, δέργμα λεαίνης ἀποταυροῦται δμωσίν casts the savage glance of a lioness on them, E.Med. 188 (lyr.).2 of Io, to be changed into a heifer, Erot. s.v. κερχνώδεα.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἀποταυρόομαι
-
3 αποταυρούμενον
ἀποταυρόομαιto be like a bull: pres part mp masc acc sgἀποταυρόομαιto be like a bull: pres part mp neut nom /voc /acc sg -
4 ἀποταυρούμενον
ἀποταυρόομαιto be like a bull: pres part mp masc acc sgἀποταυρόομαιto be like a bull: pres part mp neut nom /voc /acc sg -
5 αποταυρουμένης
-
6 ἀποταυρουμένης
-
7 αποταυρούσθαι
-
8 ἀποταυροῦσθαι
-
9 αποταυρούται
-
10 ἀποταυροῦται
-
11 αποταυρούμενοι
-
12 ἀποταυρούμενοι
-
13 αποταυρούμενος
-
14 ἀποταυρούμενος
См. также в других словарях:
ἀποταυρούμενον — ἀποταυρόομαι to be like a bull pres part mp masc acc sg ἀποταυρόομαι to be like a bull pres part mp neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀποταυρουμένης — ἀποταυρόομαι to be like a bull pres part mp fem gen sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀποταυροῦσθαι — ἀποταυρόομαι to be like a bull pres inf mp … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀποταυροῦται — ἀποταυρόομαι to be like a bull pres ind mp 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀποταυρούμενοι — ἀποταυρόομαι to be like a bull pres part mp masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀποταυρούμενος — ἀποταυρόομαι to be like a bull pres part mp masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)