-
1 αποσφακελίσιες
-
2 ἀποσφακελίσιες
См. также в других словарях:
ἀποσφακελίσιες — ἀποσφακέλισις gangrene fem nom/voc pl (epic doric ionic aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
1 αποσφακελίσιες
2 ἀποσφακελίσιες
ἀποσφακελίσιες — ἀποσφακέλισις gangrene fem nom/voc pl (epic doric ionic aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)