-
1 αποπληρωτήν
-
2 ἀποπληρωτήν
См. также в других словарях:
ἀποπληρωτήν — ἀποπληρωτής one who completes masc acc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
1 αποπληρωτήν
2 ἀποπληρωτήν
ἀποπληρωτήν — ἀποπληρωτής one who completes masc acc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)