-
1 αποπεσόντες
-
2 ἀποπεσόντες
См. также в других словарях:
ἀποπεσόντες — ἀποπίπτω fall off from aor part act masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
1 αποπεσόντες
2 ἀποπεσόντες
ἀποπεσόντες — ἀποπίπτω fall off from aor part act masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)