Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

ἀποκεφάλιζε

См. также в других словарях:

  • ἀποκεφάλιζε — ἀ̱ποκεφάλιζε , ἀποκεφαλίζω behead imperf ind act 3rd sg (doric aeolic) ἀποκεφαλίζω behead pres imperat act 2nd sg ἀποκεφαλίζω behead imperf ind act 3rd sg (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • επίξηνον — ἐπίξηνον, τὸ (Α) 1. ξύλο πάνω στο οποίο έκοβαν το κρέας, επικόπανον* 2. το ξύλο που πάνω του ο δήμιος αποκεφάλιζε τους κατάδικους. [ΕΤΥΜΟΛ. Πρόκειται για σύνθετη λέξη τής οποίας το α’ συνθετικό είναι η πρόθεση επί, ενώ το β’ συνθετικό συνδέεται… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»