-
1 αποκαθεύδων
-
2 ἀποκαθεύδων
См. также в других словарях:
ἀποκαθεύδων — ἀπό καθεύδω lie down to sleep pres part act masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
1 αποκαθεύδων
2 ἀποκαθεύδων
ἀποκαθεύδων — ἀπό καθεύδω lie down to sleep pres part act masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)