Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

ἀποκαθαρτικά

  • 1 αποκαθαρτικά

    ἀποκαθαρτικός
    clearing off: neut nom /voc /acc pl
    ἀποκαθαρτικά̱, ἀποκαθαρτικός
    clearing off: fem nom /voc /acc dual
    ἀποκαθαρτικά̱, ἀποκαθαρτικός
    clearing off: fem nom /voc sg (doric aeolic)

    Morphologia Graeca > αποκαθαρτικά

  • 2 ἀποκαθαρτικά

    ἀποκαθαρτικός
    clearing off: neut nom /voc /acc pl
    ἀποκαθαρτικά̱, ἀποκαθαρτικός
    clearing off: fem nom /voc /acc dual
    ἀποκαθαρτικά̱, ἀποκαθαρτικός
    clearing off: fem nom /voc sg (doric aeolic)

    Morphologia Graeca > ἀποκαθαρτικά

См. также в других словарях:

  • ἀποκαθαρτικά — ἀποκαθαρτικός clearing off neut nom/voc/acc pl ἀποκαθαρτικά̱ , ἀποκαθαρτικός clearing off fem nom/voc/acc dual ἀποκαθαρτικά̱ , ἀποκαθαρτικός clearing off fem nom/voc sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»