-
1 ἀπο-τρύω
ἀπο-τρύω, abreiben, ermüden, γῆν ἀποτρύεται, er ermüdet durch Anbau die Erde, Soph. Ant. 339; ἀποτρύειν ἐλπίδα, ermüdet die Hoffnung aufgeben, Tr. 124, Schol. ἀπογνῶναι. Auch Sp., Plut. Aemil. Paul. 13: pass. C. Graech. 6.
См. также в других словарях:
ἀπογνῶναι — ἀπογιγνώσκω depart from a judgement aor inf act … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προστασία — η, ΝΜΑ, και ιων. τ. προστασίη Α 1. επιμέλεια, φροντίδα (α. «προστασία τού περιβάλλοντος» β. «δι ἥν ποιεῑται ἡμῶν προστασίαν», πάπ.) 2. υπεράσπιση, προάσπιση, προφύλαξη, περιφρούρηση (α. «προστασία τών ανθρώπινων δικαιωμάτων» β. «ἀπογνῶναι δὲ… … Dictionary of Greek