-
1 απηυτομόληκα
-
2 ἀπηυτομόληκα
-
3 απηυτομολήκασιν
-
4 ἀπηυτομολήκασιν
См. также в других словарях:
ἀπηυτομόληκα — ἀπαυτομολέω go of one s own accord perf ind act 1st sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀπηυτομολήκασιν — ἀπηυτομολήκᾱσιν , ἀπαυτομολέω go of one s own accord perf ind act 3rd pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)