-
1 απετηγανίζετο
-
2 ἀπετηγανίζετο
См. также в других словарях:
ἀπετηγανίζετο — ἀπό τηγανίζω fry in a imperf ind mp 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
1 απετηγανίζετο
2 ἀπετηγανίζετο
ἀπετηγανίζετο — ἀπό τηγανίζω fry in a imperf ind mp 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)