-
1 απετεθηριώκει
-
2 ἀπετεθηριώκει
См. также в других словарях:
ἀπετεθηριώκει — ἀπό θηριόω make into a wild beast plup ind act 3rd sg (attic epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
1 απετεθηριώκει
2 ἀπετεθηριώκει
ἀπετεθηριώκει — ἀπό θηριόω make into a wild beast plup ind act 3rd sg (attic epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)