-
1 αοία
-
2 ἀοῖα
-
3 ἀοῖα
См. также в других словарях:
ἀοῖα — neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
1 αοία
2 ἀοῖα
3 ἀοῖα
ἀοῖα — neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)