-
1 ἀξιό-νῑκος
ἀξιό-νῑκος ( νίκη), werth zu siegen, zum Siege tüchtig, ἀϑλητής Xen. Cyr. 1, 5, 10; des Vorzugs würdig, Her. im compar. 9, 26, ἀξιονικότεροί εἰμεν ταύτην τὴν τάξιν ἔχειν, wir verdienen mehr, diesen Platz zu haben; ἀξ. ἔχειν τὸ κράτος, werth vor Andern zu erlangen, 7, 187, wie Dion. Hal. 4, 11.
-
2 ἀξιόνικος
ἀξιό-νῑκος, ον,A worthy of victory, worthy of being preferred, X.Cyr.1.5.10: c. inf., - ότερος ἔχειν τοῦτο τὸ κράτος more worthy to hold this supremacy, Hdt.7.187, cf.9.26: [comp] Sup., Luc. Anach.36.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἀξιόνικος
-
3 ἀξιόνῑκος
ἀξιό-νῑκος, wert zu siegen, zum Siege tüchtig; des Vorzugs würdig -
4 αξιονικος
21) достойный побеждать, победоносный(ἀθλητής Xen.)
2) достойный, заслуживающий(ἀξιονικότερος ἔχειν τι Her.)
См. также в других словарях:
ιερόνικος — ἱερόνικος, ον (Μ) νικηφόρος («ἱερονίκους ἄθλους»). [ΕΤΥΜΟΛ. < ιερ(ο) * + νικος (< νίκη) πρβλ. αξιό νικος, Ολυμπιό νικος] … Dictionary of Greek
ιππόνικος — Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Αθηναίος δαδούχος και αργότερα στρατηγός (; – 422; π.Χ.). Ήταν γιος του Καλία του Αθηναίου και της αδελφής του Κίμωνα, Ελπινίκης, πεθερός του Αλκιβιάδη. Μαζί με τον Ευρυμέδοντα και τον Νικία νίκησε το 427 π.Χ. τους… … Dictionary of Greek