Перевод: с греческого на немецкий

с немецкого на греческий

ἀξιο-θέᾱτος

См. также в других словарях:

  • πανθέατος — ον, Α αυτός που τόν βλέπουν όλοι, ορατός από όλους. [ΕΤΥΜΟΛ. < παν * + θεατός (< θεῶμαι «βλέπω»), πρβλ. αξιο θέατος] …   Dictionary of Greek

  • πολυθέατος — και ποιητ. τ. πολυθάητος, ον, Α περίβλεπτος. [ΕΤΥΜΟΛ. < πολυ * + θεατός (< θεῶμαι), πρβλ. αξιο θέατος] …   Dictionary of Greek

  • φιλοθέατος — ον, Μ αυτός που αποτελεί ευχάριστο θέαμα για τους άλλους. [ΕΤΥΜΟΛ. < φιλ(ο) * + θεατός (< θεῶμαι), πρβλ. ἀξιο θέατος] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»