-
1 αξιοθεάτους
-
2 ἀξιοθεάτους
См. также в других словарях:
ἀξιοθεάτους — ἀξιοθεά̱τους , ἀξιοθέατος well worth seeing masc/fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
1 αξιοθεάτους
2 ἀξιοθεάτους
ἀξιοθεάτους — ἀξιοθεά̱τους , ἀξιοθέατος well worth seeing masc/fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)