-
1 αξιοζήλωτοι
-
2 ἀξιοζήλωτοι
См. также в других словарях:
ἀξιοζήλωτοι — ἀξιοζήλωτος worthy of emulation masc/fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
1 αξιοζήλωτοι
2 ἀξιοζήλωτοι
ἀξιοζήλωτοι — ἀξιοζήλωτος worthy of emulation masc/fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)