Перевод: со всех языков на немецкий

с немецкого на все языки

ἀν-επί-γραφος

См. также в других словарях:

  • ταλαντογράφος — Όργανο για τη γραφική ή φωτογραφική αποτύπωση των ταλαντώσεων ηλεκτρικών, μηχανικών ή άλλου τύπου μεγεθών. Ιδιαίτερα απλοί είναι οι μηχανικοί τ., με τους οποίους καταγράφονται οι μηχανικές ταλαντώσεις κατά τον ακόλουθο τρόπο: επί του παλλόμενου… …   Dictionary of Greek

  • κινηματογράφος — Μέσο έκφρασης και παρουσίασης, το οποίο χρησιμοποιεί την τεχνική της αποτύπωσης ακίνητων εικόνων σε φιλμ και της προβολής τους σε οθόνη, μέσω τεχνικών διαδικασιών, οι οποίες δημιουργούν την ψευδαίσθηση της κίνησης. Τα κύριαφαινόμενα που συντελούν …   Dictionary of Greek

  • επιθαλαμιογράφος — ἐπιθαλαμιογράφος, ο (Μ) αυτός που γράφει επιθαλάμια. [ΕΤΥΜΟΛ. < επι θαλάμ ιον + γράφος < γράφω)] …   Dictionary of Greek

  • ηλεκτρογραφία — η μέθοδος ηλεκτροστατικής αναπαραγωγής, κατά την οποία ηλεκτροστατικά είδωλα σχηματίζονται επί διηλεκτρικού μέσου χωρίς τη μεσολάβηση ηλεκτρομαγνητικής ακτινοβολίας. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. electrography < electro (πρβλ. ήλεκτρο *) …   Dictionary of Greek

  • χειρόγραφος — η, ο / χειρόγραφος, ον, ΝΜΑ, και τ. ουδ. χερόγραφον Α 1. γραμμένος με το χέρι, σε αντιδιαστολή προς τον προφορικό 2. το ουδ. ως ουσ. το χειρόγραφο(ν) οποιοδήποτε κείμενο γραμμένο με το χέρι (α. «το χειρόγραφο τού άρθρου του δόθηκε για… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»