Перевод: с греческого на русский

с русского на греческий

ἀνήλατος

См. также в других словарях:

  • ανήλατος — ἀνήλατος, ον (Α) 1. αυτός που δεν μπορεί να σφυρηλατηθεί 2. μτφ. ισχυρογνώμων, άκαμπτος. [ΕΤΥΜΟΛ. < ανα * + ηλατος < ελατός (< ελαύνω) με έκταση της α΄ συλλαβής] …   Dictionary of Greek

  • ἀνήλατος — not malleable masc/fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀνήλατον — ἀνήλατος not malleable masc/fem acc sg ἀνήλατος not malleable neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀνηλάτων — ἀνήλατος not malleable masc/fem/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀνήλατα — ἀνήλατος not malleable neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀνήλατ' — ἀνήλατο , ἀνάλλομαι leap aor ind mid 3rd sg ἀνήλατο , ἀνάλλομαι leap aor ind mid 3rd sg (homeric ionic) ἀνήλατα , ἀνήλατος not malleable neut nom/voc/acc pl ἀνήλατε , ἀνήλατος not malleable masc/fem voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ανέλατος — η, ο (Α ἀνέλατος, ον) αυτός που δεν είναι εκτατός με σφυρηλάτηση ή συμπίεση αρχ. βλ. ανήλατος. [ΕΤΥΜΟΛ. < αν στερ. + ελατός < ελαύνω «σφυρηλατώ»] …   Dictionary of Greek

  • ԱՆՇԱՐԺ — (ի, ից.) NBH 1 0213 Chronological Sequence: Unknown date, Early classical, 5c, 6c, 8c, 9c, 12c, 13c ա. ἁκίνητος, ἁνήλατος, ἁσάλευτος immobilis, immotus, immutabilis Որ ոչ շարժի ʼի տեղւոջէն կամ ʼի վիճակէն. անսասան. անդրդուելի. կայուն. հաստատուն.… …   հայերեն բառարան (Armenian dictionary)

  • ԱՆՈՇՏ — ( ) NBH 1 0217 Chronological Sequence: Unknown date ԱՆՈՇՏ Տ. ԱՆՈՍՏ. ἁνήλατος *Իբրեւ զսալ դարձնաց անոշտ եւ անվազ սիրտս ստացեալ. Կոչ. ՟Դ …   հայերեն բառարան (Armenian dictionary)

  • ԱՆՈՍՏ — ( ) NBH 1 0217 Chronological Sequence: 10c ա. ԱՆՈՍՏ որ եւ ԱՆՈՇՏ. իբր Անընդոստ. որ ոչ ʼի վեր ոստնու, կամ ոչ ʼի վեր վազէ. անշարժ. խիստ. դիմակաց. անմեղկելի. որպէս յն. ἁνήλατος contumax, inobediens, non emollitus *Մնացի իբրեւզսալ դարբնաց անոստ: Անոստ …   հայերեն բառարան (Armenian dictionary)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»