-
1 ανθρωποφάγος
-
2 ἀνθρωποφάγος
-
3 ανθρωποφαγος
-
4 ανθρωποφάγος
ο людоед, каннибал -
5 ἀνθρωποφάγος
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἀνθρωποφάγος
-
6 ἀνθρωποφάγος
-
7 ανθρωποφάγος
cannibale -
8 ανθρωποφάγον
ἀνθρωποφάγοςman-eating: masc /fem acc sgἀνθρωποφάγοςman-eating: neut nom /voc /acc sg -
9 ἀνθρωποφάγον
ἀνθρωποφάγοςman-eating: masc /fem acc sgἀνθρωποφάγοςman-eating: neut nom /voc /acc sg -
10 φαγ-άνθρωπος
φαγ-άνθρωπος, = ἀνϑρωποφάγος, Menschen fressend, VLL.
-
11 ἀνθρωπο-φάγος
ἀνθρωπο-φάγος, Menschen fressend, Arist. H. A. 2, 1; aber ἀνϑρωπόφαγος, von Menschen gegessen, Antiphan. Ath. VII, 313 b.
-
12 anthropophagus
anthropophagus, i, m. Plin. anthropophage, cannibale. - [gr]gr. ἀνθρωποϕάγος -- ἄνθρωπος: homme -- ϕαγέω-ῶ - inf. ϕαγεῖν: manger. -
13 людоед
людоедм ὁ ἀνθρωποφάγος, ὁ καν-νίβαλος. -
14 ανθρωποφάγα
-
15 ἀνθρωποφάγα
-
16 ανθρωποφάγοι
-
17 ἀνθρωποφάγοι
-
18 ανθρωποφάγου
-
19 ἀνθρωποφάγου
-
20 ανθρωποφάγους
- 1
- 2
См. также в других словарях:
ἀνθρωποφάγος — man eating masc/fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ανθρωποφάγος — Ονομασία των δύο από τα δώδεκα νησάκια από τα οποία αποτελείται η συστάδα των νησίδων Φούρνοι στα Α της Ικαρίας. Βρίσκονται περίπου 2,5 χλμ. Α του ακρωτηρίου Αγριδιό των νησιών Φούρνοι. Το ένα λέγεται Μεγάλος Α. ή Ανθρώ και το άλλο Μικρός Α. ή… … Dictionary of Greek
ανθρωποφάγος — ο 1. κανίβαλος. 2. μτφ., σκληρός, απάνθρωπος … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
ἀνθρωποφάγον — ἀνθρωποφάγος man eating masc/fem acc sg ἀνθρωποφάγος man eating neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀνθρωποφάγα — ἀνθρωποφάγος man eating neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀνθρωποφάγοι — ἀνθρωποφάγος man eating masc/fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀνθρωποφάγου — ἀνθρωποφάγος man eating masc/fem/neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀνθρωποφάγους — ἀνθρωποφάγος man eating masc/fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀνθρωποφάγων — ἀνθρωποφάγος man eating masc/fem/neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Fourni-Insel — Gemeinde Fourni Korseon Δήμος Φούρνων Κορσέων DEC … Deutsch Wikipedia
Fourni-Inseln — Gemeinde Fourni Korseon Δήμος Φούρνων Κορσέων DEC … Deutsch Wikipedia